Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

παιδιά των σκιών



(ο ήρωας)

άντε βγάλτα στο χαρτί, κσεσκίσου από μέσα να πραγματοποιηθεί άλλος ένας τοκετός, άλλη μια γέννα απρόσκλητων τέκνων της ψυχής/
πόσα παιδιά της σκιάς κρύβονται εντός μου;
περιμένουν στη σειρά να πρωωθηθούν προς την έξοδο και βγαίνοντας κόβουν κεφάλια
-των άλλων, πάντα.
βγαίνουν μ΄ένα δισταγμό επιφύλαξης˙ τι ζημιά θα προκαλέσουν πάλι σα δουν τον ήλιο που τα φανερώνει;

(χορός)

παιδιά των σκιών, γέννες μου
τέρατα που φωνάζετε εντός μου
κανείς άντρας ποτέ δεν κατάλαβε
τον τοκετό της λησμονιάς

ξεχνάτε τον πόνο ξεχνάτε τις φωνές
όλα φανερωθήκαν πια κι είν΄άσχημα, άσχημα πολύ
σκούζωντας βγαίνει το μίσος, βράζοντας ο θυμός
κι είναι παιδιά μου

τα κοιτώ με συγκατάβαση, τα τάρταρα μου
και συνεχίζω να τραβώ και να τραβώ
τον κουβά ν΄ανέβει /του απύθμενου του πηγαδιού
το χείλος δεν τα δείχνει

σκύβω μέσα για να βρω κι όλο τραβώ, μόνο τραβώ
κι αν κάποτε σταμάτησα χάθηκα προτού βρω
τα παιδιά μου που κείτονται στου πηγαδιού τον πάτο
θέλω να τα δω, στα μάτια να τα κοιτάξω
ν΄απελευθερωθώ...

τραβάτε μαζί μου το σκοινί, παιδιά μου
γιατί από τότε που σας είδα
να με βοηθάτε αρχινήσατε
και πιο εύκολα ανεβαίνει ο κουβάς μου τώρα

έτσι κατάλαβα η γέννα τι σημαίνει
και το ξεριζωμό των σπλάχνων μου ν΄αγαπώ
έτσι αγκάλιασα κάθε σκιάς, παιδί μου
κι έτσι γινήκανε δάσκαλοι τα στοιχειά

δε λέω πως σταμάτησα το σκοινί να το τραβάω
ούτε πως ελάφρυνε καθόλου ο κουβάς
ξέρω μονάχα τα παιδιά που κουβαλάω
είναι στο πλάι μου και δε φοβάμαι πια.



 

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

αυτός.



στους χαλεπούς καιρούς, αυτός και χαμογελάει και τραγουδάει και αγαπάει...
-σίγουρα κάτι κρύβει, πέταξε κάποιος συρίζοντας με μισόκλειστα χείλη μοχθηρά
-να τον φορολογήσουμε, να φοβηθεί, πρότειναν κάτι άλλες επιτροπές μνησικακίας και φόβου
-θα ΄χει τίποτα ακριβό και θα το χαίρεται, καλού κακού να φάει ένα πρόστιμο, πέταξε χαιρέκακα ένα μισοπεθαμένο γραφειοκρατικό ον κι ύστερα σωριάστηκε σε μια καρέκλα ξεψυχισμένα
-παρακολουθήστε τον και απομονώστε τον, μπορεί να ΄ναι τρελός, τσίριξε υστερικά η κυρία Νι. και σειόταν ολόκληρη η πλαδαρή της -ντυμένη με μετάξια- σάρκα.

ένα χωνί ομαδικής μιζέριας με επικάλυψη παραφροσύνης κι αυτός βλέπει παγωτά-
και χαίρεται σαν παιδί που ακούει το παγωτατζή να φτάνει- δεν είναι νορμάλ πως να το κάνουμε...
μες τα χρόνια του φόβου πώς αυτός, κοιτάει ψηλά και χαιρετάει τον ήλιο στητός˙ δεν αναγνωρίζει τους αρχηγούς μας; δεν προσκυνά; δε λιώνει; κι έχει τον ήλιο πατέρα; και τον ουρανό...τι θα κάνουμε με δαύτονα...;
-είναι απειλή, φώναξαν όλοι μαζί
-είναι τέρας, ακούστηκαν ξανά εν χορώ
και τα μούτρα τους μόρφαζαν παραμορφωτικά από τη μοχθηρία και το φθόνο
τσίριζαν και έσκουζαν και χοροπηδούσαν και ικέτευαν κάποιος να τον συμμορφώσει- να προστατευτούν
-αδύνατον να ζήσουμε με αυτήν την απειλή ανάμεσα μας, στρίγκλιζαν σφιγμένα φασκιωμένα μωρά με γραβάτες και παχύσαρκα διευθυντικά προγούλια αναδεύονταν
-ένα τέρας που δεν υπολογίζει τίποτα από την τάξη και τους νόμους μας, ένας κίνδυνος παραβατικός
-κάποιος επιτέλους να τον διώξει μακριά...
και γύριζαν οι κόρες των ματιών ανάποδα από το υστερικό σοκ της βδελυγμίας και της ηθικής...και οι γλώσσες γλύφαν χείλη ξερά από τη χρόνια δυσκοιλιότητα της ύπαρξης και της ανυπαρξίας και της ακηδίας-

αυτός χαμογελά, δουλεύει σφυρίζοντας και σιγοτραγουδά μόνος τα βράδια παρέα με το φεγγάρι. και ευτυχεί. απλά/
αυτός ξυπνάει ευχαριστώντας και χαιρετάει τον ήλιο προτού ακούσει τα πουλιά να τον χαιρετούν κι εκείνα. και αναγνωρίζει κάθε σημάδι γύρω του.το λέει ζωή/
αυτός φροντίζει και χαρίζει και ευγνομωνεί και εύχεται/ και κρατάει ζεστά το χέρι σου πριν καν το απλώσεις. και δεν είναι ποτέ μακριά.είναι εδώ/

είναι πολλοί, αυτός που τραγουδά μες το φόβο των άλλων, είναι πολλοί, αυτός που γελά με τα δύσκολα και τραβά μπροστά, είναι πολλοί, αυτός που χαμογελά από μέσα του και αναβλύζει την αγάπη, είναι πολλοί και είναι παντού, δεν είναι ένας/
και ο κόσμος γεμίζει φωνές και γέλια και τραγούδι και καρδιά.
και είναι πολλοί και γίνονται περισσότεροι, εκείνοι που τελικά ξυπνούν, κάποια μέρα, κάποια στιγμή -και γίνεται εκείνη η στιγμή η νέα γέννηση τους και η μετέπειτα ζωή τους, μια ευλογία για όλους τους υπόλοιπους...
είναι πολλοί κι ας φαίνονται λίγοι, φτάνουν, αρκούν/

αλλάζει ο κόσμος όσο πληθαίνουν, αλλάζει ο κόσμος επειδή πληθαίνουν και το τραγούδι δυναμώνει, η καρδιά ακούγεται, το χτυποκάρδι ενώνεται με αυτό της γης και υφαίνεται ένα αέναο δίχτυ αγάπης που τυλίγει το κάθετι...
δεν είναι κρυφό πια, έγινε/ και είναι αλήθεια.
είμαστε πολλοί, συναντιόμαστε και σε καλούμε να΄ρθεις/
θα μας βρεις καθοδόν, μη διστάσεις, προχώρα, έλα˙ είμαστε έτοιμοι.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

σστη ρρωγμή τττου χρρόνου



τόσα χρόνια σιωπή
πρόλαβα
να περιγράψω μέσα μου τι ήθελα να πω
να βρω τα χρώματα τις λέξεις
 να βρω το ρυθμό
πρόλαβα να δω
να αφεθώ
πρόλαβα να κρατηθώ στους κόντρα ανέμους
να γειωθώ
πρόλαβα να αγαπηθώ χίλια χρόνια πριν
τώρα, εδώ
πρόλαβα να ζήσω πρόλαβα να καταστραφώ
πρόλαβα να κουραστώ να αναπνέω να σταματηθώ
στην άκρη ενός γκρεμού-πρόλαβα
να πάρω φόρα να δω το κενό
όνειρο μεγαλείο φόβος και τρελό
περπάτησα γκρεμίστηκα σηκώθηκα˙
πρόλαβα να σηκωθώ
και περπατώ ακόμα πλάι στο γκρεμό
που και που κοιτώ
με βία εκσφενδονίζονται ίκαροι και πίσω τους ήλιοι μαυλιστικοί
τους κοιτώ
τυφλώνει τη ματιά, λίγο αργοπορεί το βήμα
πλάι στο γκρεμό
να κοιτώ
κι εκείνοι όλο να πέφτουν
να λιώνουν τα φτερά τους να ιδρωκοπούν
χιλιοστά απ΄ τη πρόσκρουση
να χάνονται
και το χέρι που σε τραβά μπροστά κι ούτε να μοιρολογήσεις τους χαμένους δε σ΄ αφήνει
δεν έχει φωνή
είναι στη σιωπή που ακούγεται
και σε τραβά μπροστά
βουβά, επίμονα, πεισματικά
κι άλλο ακόμα μπροστά
σε άλλα γκρεμνά
να κοιτά ξανά
νέους λιωμένους θεούς, νέα ιδανικά
να ξεγυμνώνονται απ΄ τα πούπουλα
να μην έχουνε φτερά
σταμάτησαν να σε πηγαίνουν ψηλά
κι είναι τόσο μικρά
σαν τα βλέπεις
ελεύθερα, ξεφλουδίζοντας ένα ένα στη σειρά
ξεαγκιστρώνοντας για τα καλά
συνεχίζεις πλάι στο γκρεμό
ξυστά
και από κάτω σου ανοίγονται τα βουνά
και καθώς προχωράς
δεν το ξέρεις
δεν έχεις μάθει στα μάτια πως είναι
και το κοιτάς πρώτη φορά
εκειδά σε μια γωνιά
σου χαμογελά
άνοιξε μια ρωγμή στο χρόνο
άνοιξε από παλιά
κι ήρθες από τόσο μακριά
ένα δευτερόλεπτο πριν, ή ένα μετά, θα ΄ταν αργά
αετοφωλιά η αιωνιότητα στου χρόνου την κοιλάδα
να σκαρφαλώνεις ένα δευτερόλεπτο μέσα στο δευτερόλεπτο
να κοιτάς ξυστά πλάι πάλι στο γκρεμό
και να τραγουδάς
αυτή τη φορά να τραγουδάς
κι όλοι οι ίκαροι ξαναγίνονται πουλιά
κανείς δε λιώνει κανείς δε χάνω-πετά
μέσα στην αετοφωλιά
ο χρόνος σταματά
γιά νά
μη φοβάσαι πιά.σιωπή θάνατος αγάπη ζωή αγκαλιά ζεστασιά απαλό χάδι ματιά ελευθερία πόνεμα ποσότητα πολιορκία πάθος άπαθος τροή ε μις τρε τα για παλά στρου μα ντηλά ωα ωα ωα ωα
        κααταχτυπιέμαι στο χώρο αγαπώ το γκρεμό ζω παντού
                                                                                                                                                          (κενό

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

βίτα μπρέβις, άρς λόνγκα



πάει καιρός από τότε που μπάλωσα όπως όπως τις τρύπες που χάσκανε και ξαμολήθηκα.
δεν περίμενα άλλο˙ αυτό είχε αποφασιστεί.
χρόνια στο ακόνισμα. θα στόμωνε στο τέλος. γίνεται κι αυτό.
άντε να το προλάβεις τη σωστή ώρα, προτού πάρεις συνήθειο μόνο να ακονίζεις και ξεχάσεις να κόβεις.
ακονίζομαι να μαι κοφτερή. το πότε θα κόψω είναι σκέτη τέχνη. μακριά πολύ που λέει κι ο Ιπποκράτης. κι ο βίος σύντομος.
μεμέντο μόρι να γράψω πάνω στο σκάφος, και να το ονομάσω Χαρά, να θυμάμαι.
και το θάνατο και τη χαρά.
γιατί και τα δύο θέλουν να τα θυμάσαι.
ακονόπετρες σωστές.
για κάθε σκοτάδι που αναδύεται μια χαρά αντιδυναμεί, μην το ξεχνάς αυτό ποτέ.
μα και για κάθε γέννηση ένας θάνατος.
αυτό υπογραμμισμένο.
τώρα τι κάνεις στο ενδιάμεσο, είναι τέχνη μα
κατάντησε.
τέχνη να ισορροπείς συνεχώς το σκοτάδι με το φως
τέχνη να στερείσαι χαμογελώντας, να αντέχεις ελπίζοντας, να χάνεις κερδισμένος, να κερδίζεις αφημένος...
πρωτάκια στο σχολείο της ζωής μαθαίνουμε λάθος αλφαβήτα για να μη μιλήσουμε ποτέ σωστά τη γλώσσα αυτού του κόσμου
που μας θέλει μαχητές
ελπιδοφόρους
συμπονετικούς
σε ειρήνη.
αναλφάβητοι τραυλίζουμε ακαταλαβίστικες κραυγές, προς όλους κι όλα
και περιμένουμε το απολυτήριο διακαώς
μαθητεύοντας μονίμως μεταξεταστέοι
και να περνάμε στο τσακ
με την ψυχή στο στόμα
για να αποφοιτήσουμε χειρότερα αγράμματοι
της λούφας και της λαμογιάς
-πως να τη σκαντζάρουμε ευκόλως και παρτακικώς-
να τα διαπιστευτήρια μας.
γλυστρώντας και ξεγλυστρώντας ανάμεσα 
κάπου εκεί γλυστράει και χάνεται κι η ανθρωπιά
και το αποτέλεσμα το ίδιο,
λες και θα ξεγελάσουμε κανέναν...
έτσι κι αλλιώς το απολυτήριο το παίρνεις
θες δε θες.
πάρ΄ τη γενναία στροφή
και δε θα γράφει πάνω ¨άλλος ένας¨
μα ¨αυτός ο ίδιος¨.


Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

και δίνει τη Ζωή.



μοιρολογήστε την ακηδία μας γυναίκες, θρηνείστε
για όσες ψυχές χαθούν, για όσες χαθήκαν
κλάφτε τα άψυχα κορμιά που παραδοθήκαν
κι αμαχητί πορεύτηκαν έως τη δύση.
κλάφτε δυνατά να ακούσουν όσοι απομένουν
να σειστεί το είναι, να ξεκαλουπώσει
να ψάξει, να αναρωτηθεί
στο δρόμο να κοπιάσει, το μακρύ
και θα βρει να πιάσει χέρι, πείτε τους
μοιρολογήσετε τους χαμένους, μα κλάφτε και τούτους εδώ τους νεκροζώντανους
που πλάνη τους πλανεύει και τους περιπλανά
κι είναι πέρα μακριά από το δρόμο
μα περιφέρονται ακατάπαυστα.
κλάφτε τους ζωντανούς κι ας είναι οι θρήνοι σας το κάλεσμα
-ανάποδα το δρόμο να πάρουνε από που οδηγεί στα Μαύρα-
ανάποδα να πορίσουνε
και κάθε κλάμα, κάθε θρήνος να ΄ναι τραγούδι καλεστικό
και για τον όμορφο τόπο να τραγουδά
τις χάρες, τα πλούτη, γαλήνη ποθητή
αυτά να υμνεί.
το θρήνος σας μόνο θρήνος να μην είναι
χορός να στήνεται μεγαλοπρεπός απού ακούγεται
κι οι χαμένοι να σκιρτούν
αναριγώντας σύγκορμοι, ξέροντας.
θρηνήστε γυναίκες και τραγουδήστε δυνατά
κι άλλες ψυχές να σωθούν κι άλλες να ακολουθήσουν
και με τον πόνο της καρδιάς σας στολίστε τη φωνή
να σέρνει τον καημό, αναστεναγμό
που χουν κι οι άλλοι
οι πονεμένοι
που χετε και σεις
και ξέρετε Γιατί.
Δυνατά μοιρολογήστε γυναίκες και δυνατά να ΄ρθουν οι χαμένοι από παντού
και στο τραγούδι νάμπουν
στο δρόμο να ταχθούν
στο σωσμό
κι ας είναι οι νεκροί μόνο νεκροί
κι όχι άλλο ζωντανοί
και να ναι το θρήνος σας ένα κάλεσμα, μια αρχή
κι ένα τέλος, λυτρωμή
να νέονται από παντού οι όπου γης χαμένοι
να ΄ρθουν
γιατί δεν είναι μοιρολόι, δεν είναι θρήνος γυναίκες αυτό που θε να ακούν
μα καρδιοχτύπι
και δίνει τη Ζωή
και δίνει τη Ζωή.
                                          

Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Άγω στο παν...



σου προσφέρω ζωή, σου άφθονα χτίζω, σου χω φτιάξει τα πάντα να διαλέγεις εσύ!
στα χέρια σου είναι αφημένη η επιλογή, εσύ και μόνο εσύ θα πεις ποιο δρόμο θα κατέβεις.
ζήτα μου να σε κρατώ και θα ΄ρθω, ζήτα μου βοήθεια και αμέσως εισακούεσαι.
μα μη μου καταλογίζεις την αποτυχία σου και το κακό, γιατί όπου δεν καλέστηκα δεν ήρθα
κι είναι οι δικές σου οι πράξεις, οι σκέψεις, οι επιλογές
για δες καλά, για θυμήσου!
μόνος νόμισες, χα! περήφανα, πως θα πορευτείς, μόνος να τα καταφέρνεις
με σχέδια πολύπλοκα και λογικά
και ξέχασες την προσευχή
δε με κάλεσες
και δεν ήμουν δίπλα σου
όχι γιατί δεν ήθελα
μα γιατί εσύ το διάλεξες
και σέβομαι τόσο την επιλογή σου
όσο κι αν βλέπω τα επερχόμενα σου λάθη
σέβομαι και αγαπώ ό,τι κάνεις, και στο κακό που πας
μονάχα να το σεβαστώ μπορώ
και να επιθυμώ να με καλέσεις πάλι
κι αμέσως να ΄ρθω
πάντα.
σε κάναν να πιστέψεις πως είναι η τιμωρία μου, τα δεινά σου
μα δεν είναι έτσι
γιατί εσύ τα διάλεξες και συνεχίζεις να τα διαλέγεις
ατέρμονα μες στην ασυνειδησία σου
μπλέκεσαι και πονάς και δεν καταλαβαίνεις το πως
κι είναι τόσο δίπλα σου και παντού τα χέρια να πιαστείς!
μόνο να το ζητήσεις και έρχεται
μόνο να το θελήσεις, θερμά, αληθινά,δυνατά
ν΄ανοίξεις την καρδιά σου προς το Φως
να ΄ρθει,
να σε γεμίσει, να σε φωτίσει, να δεις
το μαγικό χορό της Θείας Σοφίας και Αγάπης
να καταλάβεις
πόσο είναι ο φυσικός σου δρόμος αυτός
πόσο όμορφος, πόσο παραδεισένιος!
τα δεινά υποχωρούν και οι δοκιμασίες τώρα αλλάζουν˙
γιατί τώρα ξέρεις, τώρα είδες, τώρα κατάλαβες
πως μόνος δεν είσαι μέσα εδώ και κόλαση δεν είναι άμα δεν την κάνεις
είναι Χάρις και Αρμονία και Χαρά και είναι Αγάπη
κι όλα τα δώρα τόσο κοντά, φτάνει με την καρδιά σου
να αναζητήσεις, να εμπιστευτείς...

κι είναι τα λόγια φτωχά να περιγράψουν
το μεγαλείο της Ευφυίας που σε αγκαλιάζει,
είναι λίγα για να πουν,
μα πιστέψτε με πέρα από τα λόγια
γιατί ταπεινά κι εγώ ζητώ και έρχεται
και σας μιλώ πως έζησα και ζω τη Θεία Χάρι
αλλιώς πως να πω για το Θαύμα Αυτό
μόνο να το νοιώσεις, μόνο να δεις
κι ευθύς θα καταλάβεις
τον παράδεισο εδώ
το Θαύμα, την Αγάπη, τη Χαρά, κάθε λεπτό
πιστέψτε το πως έρχεται
πιστέψτε με, το ζω!








Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

ακόμα Άνοιξη

η αγάπη τι είναι η αγάπη πως ορίζεται σ ένα κόσμο τεχνοκρατικό
κι αντρικό; πως ποδοπατείται η αγάπη, πως ξεσκίζεται, πως στρεβλή εξαϋλώνεται
και τρέχει ξεμαλλιασμένη με το στήθος της γυμνό κι έντρομα μάτια να ξεφύγει από μας
τι της κάναμε, τι της κάνουμε;
πόσο μακριά είν η αλήθεια και γιατί;
να μη ρωτάω γιατί, θυμάμαι πάλι˙ η απάντηση είναι στο πώς
και ψάξε να βρεις τρόπο
τρόπο να γνωριστείς απ την αρχή
τρόπο να σβήσεις τις πληγές- δικές σου ή αλλοτινές
ψάξε τρόπο να ξεγράψεις τις εντολές που μπήκαν σα σε σκυλί
ψάξε να βρεις τρόπο να βρεις αυτό το ραβασάκι της άνοιξης στην τσέπη σου που λέει κι ο Ρίτσος, άντε, βγες και ψάχνε
και δεν το λέω με θυμό, μα λίγο λίγο αγανάκτηση για το τόσο ξεμάλλιασμα που της γίνηκε πια
για το τόσο κακό.
κι υπάρχει καθρέπτης για τον καθένα να κοιταχτεί
και να ρωτήσει, πώς;
πώς να την ξαναβρούμε, πώς η συνομιλία να γίνει νεογέννητη, δίχως βάρος
δίχως λέξεις, δίχως σκοπό
βλέπω την σκιά,
που είναι το σώμα;
βρες το σώμα που ρίχνει τη σκιά
κι απελευθερώσου από δαύτο

βρες την αιτία που ρίχνει τη σκέψη και ξήλωσε τη
βρες το σκοπό που σκιάζει το τώρα μας και ξέρε.

σαν καράβι είναι κι αγάπη μέσα μας- αγκυροβολημένο ατάξιδο στέκει και σκουριάζει απρόθυμα
και πόσο λαχταρά να ταξιδέψει!



Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

στον αφρό



των κόσμων τη μαγεία ακόμα νοσταλγώ
να μπούμε με βουτιά, κατάδυση
και πάλι
να μη στεγνώνει το χαμόγελο της ψυχής
βουτιά ολάκερη φως
αδράχνω τα σήματα και προχωρώ
βαθύτερα
κατάδυση
στο φώς
είναι τόσο ξαφνικό
είναι μαγικό!
να φέρνει εμπρός μου ο κόσμος μου τον κόσμο που αγαπώ
ένα να γίνονται σφιχτά
κόσμημα καθαρό
κρατώ και γίνεται γιορτή
στα στήθη το φορώ
στα φρύδια αναμεσό
χλωμό/ δύει ένα φεγγάρι
γεννιέται ΄νας αυγερινός
κι ο ήλιος είν΄μπροστάρης
δεν καίει μα μόνο λαχταρά
στη δίνη να σ΄αρπάξει
δεν κλαίει μα με λυγμό -νερό
το δώρο του σου δίνει
κάθισε παιδί μου , ξεκουράσου
η αγκαλιά σου αχτινοβολεί
φέγγος, όνειρο, θαλπωρή
χρώμα στο βυθό
α που καταδυθώ
κι ό, τι μένει πίσω μου
δένει το μπροστινό.
 

κι ας επιπλέει στον αφρό
το βότσαλο το ζει,
το λέει αδελφό.

τ΄αγαπώ.




φώτο: culturalsymbolism.wordpress.com

Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

ζήσε για μας



ποιές είναι όλες αυτές οι γυναίκες που πέρασαν πριν από μένα, αλλά είναι γραμμένες στο βράχο, ακόμα εδώ; ποιοί είναι όλοι αυτοί οι άντρες κι είναι το αίμα τους δικό μου; πόσες είναι; πόσοι είναι; ποιοί κι από που; και πόσο με διαμορφώσαν και ζωντανές οι μνήμες τους ορίζουν ακόμα μια συνεχιζόμενη οδύσσεια, τη δική μου οδύσσεια και κάθε που πατώ στεριά αυτοί κι αυτές με ξανασπρώχνουν μέσα;
είναι ένα το ταξίδι και χέρι με χέρι αδράχνουμε σκυτάλη στην ίδια πορεία; τσακίστηκε η σχεδία τους στο κορμί μας κι ευθύς αρχινούν να χτίζουν σκαρί;-να μην ησυχάσει ο άνθρωπος, αλλά να κινά, να κινά. είναι το κορμί αυτό ένα ρούχο; είναι ένα πανί; να το φυσά η ψυχή να φουσκώνει να κινά, να κινά; είναι τα χέρια μας πλεγμένα στης ίδιας κουπαστής τη σειρά τα δεσμά; μπήγουν τα νύχια τους δυνατά, στης σάρκας τα χαρτιά/ να χαράξουν την πορεία πριν χαθούν τα σημάδια μακριά; απ΄έξω πιάνω την αμυχή να εξέχει αδρή, νωπή, κατακόκκινη. απ΄τα σκοινιά
και μέσα τι;
πόσες φωνές, γυναικείες, αντρικές ζητούν το λόγο, πόσοι τραγουδούν;
ποιοί ήταν, πόσοι, πως πέρασαν κι από που;
ζούνε ακόμη τους νοιώθω να ζητούν
όλο ζητούν
το που δεν κατορθώσαν
να το επωμιστώ εγώ
ποιός είναι εγώ
άμα...
είμαι η σκυτάλη ή αυτή που την κρατά;
είναι ο δρόμος αδιαχώριστος, για εμάς
σε κάθε κύτταρο γραμμένος, μια υπόσχεση-
να ξαναγεννηθείς
να πράξεις αλλιώτικα
για εμάς, για όλους κι όλες εμάς που μας καταφρονέψανε
και νόθα μας φωνάζανε στη γειτονιά
ζήσε για μας, ζήσε για μας που πέσαμε σε μια στιγμή και δεν βρέθηκε στόμα να πει το άντε γειά
ζήσε για μας που ακουμπώντας ο γης τ΄αλλουνού κρατούσαμε ετούτο εδώ τον κόσμο
σφιχτά , γερά
να μη χαθεί
κι από κει ξεπεταχτήκατε σεις οι υπόλοιποι
ζήσε και πράξε στη μνήμη τη δική μας, θυμήσου
που κάθε βήμα μας σε κάθιζε ησυχασμένο, κι εμείς να περπατάμε, να περπατάμε
αιώνια βήματα ανθρώπινων προσπαθειών το να πάνω στ΄άλλο
για σένα, για σας
ζήστε τώρα, πράξτε για μας, πράξετε για τους επόμενους, στα δικά σας βήματα
να βρουν παρηγοριά
το δικό σας χέρι απλώστε, το δικό μας μαράθηκε στην ιστορία
από τόσα και τόσα στόματα που είπαν τα γεγονότα
μαράθηκε κι η αλήθεια
μα δεν ξεχάστηκε
γιαυτό ζήστε, πράξτε, θυμηθείτε
την αλήθεια με το αίμα μας σύραμε ως εσάς
για να τη δείτε
άλλο έργο δεν έχουμε να σας φιλέψουμε
είμαστε άστεγοι, είμαστε φτωχοί, είμαστε μικροί
ο ίσκιος μας φουντώνει απ΄την αλήθεια
κι έτσι αντέξαμε στις σπηλιές νύχτα μέρα
βγήκε η αλήθεια που αναθράφηκε στις σπηλιές
βγήκε στο φώς, βγαίνει πια, τόσο μετά
μην πετάτε πέτρες
δεν κλείνει η μπούκα της σπηλιάς
δε σιωπά
η αλήθεια έφυγε κι από μας
έφυγε κι απ τα δικά μας χέρια
κι όποιου η καρδιά πονά
την καρτερά
ξέρει πως όφελος δεν έχει περιμένοντας
αλλά στο δρόμο τη συναντάς
ζήστε, πράξτε, θυμηθείτε
βγείτε στο δρόμο και θα΄ρθει κι η χαρά
την είδαμε 
βγήκε
ακολουθούσε την αλήθεια
και τη λευτεριά.

 

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

koutsomoura dream



να βγω κι εγώ σαν το ψαρά, σαν το ΄καρέκλες-τραπέζια, καρέκλες-τραπέζια΄, να διαλαλώ το όνειρο...
΄έχω ψάρι καλοοοόόό, έχω ωραία κουτσομούρα΄, ακούγεται στη διαπασών από το μεγάφωνο ο ψαράς της Παρασκευής, έχω ένα όνειρο, έχω ένα όνειροοοοόόόό, να βγω στο μπαλκόνι να φωνάξω, ένα όνειρο έχω, ελάτε να πάρετε, ελάτε να δοκιμάσετε, είναι καλοοοοόόόό, δοκιμάστε τη γαλήνη, δοκιμάστε την αγάπη, ελάτε, ελάτε να πάρετε, η δοκιμή είναι δωρεάν – φρέσκο και σήμερα, πάντα φρέσκο το όνειρο, έρχεται στην πόρτα σας, αρπάξτε την ευκαιρία, θα περάσει για λίγο, θα φύγει, ελάτε, πλησιάστε, δε δαγκώνει, είναι το όνειρο λαχταριστό, σπαρταριστό, μόνο να σηκωθείς από κει που κάθεσαι και να΄ρθεις χρειάζεται, έλα το όνειρο το καλόόόόό, πάρε γαλήνη, πάρε ειρήνη, πάρε καλή βούληση, πάρε συμπόνοια, ήρθαν στην πόρτα σου, πάρε, πάρε.
δε στοιχίζει, δεν κοστίζει, μα και τίποτα δεν είναι δωρεάν, δώσε μίσος πάρε αγάπη, καλή συναλλαγή, έλα πάρε πάρε, δώσε μου το θυμό σου να σου δώσω γαλήνη, αποδοχή, δώσε και μίσος να πάρεις ειρήνη, πάρε χαρά -δώρο του καταστήματος, ναι, τη χαρά δεν την πληρώνετε καλέ κυρία, πάει πακέτο με τ΄άλλα. αν μπαίνω μέσα που δεν την πουλάω; όχι καλέ, πάρτε εσείς απ΄τ΄ άλλα κι έννοια μου εμένα, όνειρο πουλώώώώώώ, δώρο η χαράάάάάά.
πιστέψτε με καλέ που σας το λέω, λίγο καιρό ν΄αρχίσετε να τα χρησιμοποιείτε, εμπιστευτείτε με, θα βγάζετε και μόνοι σας χαρά, θα δείτε, λίγο λίγο στην αρχή, κάνετε καλή επιλογή, καλή επένδυση, πάρτε γαλήνη, πάρτε αγάπη, θα ξαναπεράσω την άλλη Παρασκευή να μου πείτε, θα δείτε, θα βγει η χαρά, βγαίνει πάντα, μη μου ανησυχείτε, ούτε εμένα θα χρειάζεστε σε λιγάκι -αμήν!- δοκιμάστε, δοκιμάστε, μόνο η δοκιμή θα σας πείσει, όχι να σας πιάσω πελάτες, μια βοήθεια περιπλανώμενη τυλιγμένη στις εφημερίδες. μέσα είναι τ΄όνειρο. ανοίξτε τις, ξετυλίξτε όσο χρειάζεται, είναι για σας. δικό σας είναι!





φώτο: http://cliparts.co/fisherman-cartoon

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

αγελάδες και φαντάσματα




βαθύς στοχασμός, όμως διορθώνεται
το σύστημα
είναι δυνατό
να σε αφήσει να λυπηθείς;
υποφέρει
να σε φέρει 
στον ίσιο δρόμο
δρόμο ανάγκης
χανόμαστε
μη σπάς την αλυσίδα
όλοι κρατιόμαστε γερά
από μια ψευδαίσθηση
μη φεύγεις
μην εγκαταλείπεις, η αλυσίδα χαλαρώνει
σπάει, το μηχάνημα διαλύεται προσωρινά
ένας κόμπος, ένα μπλοκάρισμα
ποιος ευθύνεται;
        -ακούγεται θυμωμένα-
ποιος τολμάει;
είμαστε εδώ – είσαστε εδώ
κα-τα-λά-βε-τέ-το
τέλεια μηχανήματα στη δούλεψη του τίποτα
αισχρά παραπλανημένοι οι τέλειοι
υποτάσσονται στο μηδέν
δημιουργία φαντασμάτων
πατώντας σε πόνους υπαρκτούς
έτσι κλειδώνεται η αλυσίδα
έτσι φτάνουν και σκουριάζουν τα δεσμά
πάνω μας
μέσα μας
κυνηγώντας τα φαντάσματα
καλλιεργώντας το έρημο
απέλπιδα˙
           βλασταίνει; δε βλασταίνει.


παχιές ή ισχνές οι αγελάδες ξυπνάνε
κοίταξαν κάτω –πιο κάτω δεν είχε,
κοίταξαν πάνω, ώ ωραία όνειρα!
κοίταξαν μέσα.
Είδαν- βρήκαν- κατάλαβαν
και πόνεσαν με τον πόνο το λυτρωτικό
 _*!/κλαυσίγελος της λυτρωστιγμής, ένα αααααααχχχ!~~~
ένας αναστεναγμός
βαρύς
αλλά εξερχόμενος.
τώρα ξέρεις!
αδιάφορο το από δω και μετά 
– μη σε νοιάζει
άλλα φαντάσματα κρύβει και το πρέπει
απόφυγε τα!

(θυμήσου την αμνησία σου)
δεν είσαι οικόσιτο πλέον
είσαι στο δρόμο.






φώτο: http://moviesfilmsandflix.com/2014/03/27/johns-old-school-horror-corner-they-live-1988-featuring-bubble-gum-kicking-ass-cheese-dip-and-corporate-alien-takeovers/

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

σ.β.

σπεύδεις βραδέως προς το φως/ κάνεις ότι μπορείς/ προσπαθείς/ κάθε στιγμή επιλογή/κάθε λεπτό/ βασανιστικό/ ήρεμα να παρατηρείς τον κουρνιαχτό/ σκόνης υπολλείματα παντού γύρω κρύωσαν ακόμη κι οι τοίχοι περιμένοντας/ τα έπιπλα σκεπασμένα και εκεί ˙είναι παλιά είναι σκονισμένα είναι εκεί, απλά καλυμμένα/ κι ανασήκωσες το σεντόνι/ πάνω εκεί κάθεσαι, αυτά τα μπράτσα αγκαλιάζουν τα χέρια σου, σε αυτά γραπώνονται και δαγκώνουν τα μαξιλάρια, σκόνη στυφή στο στόμα σου, γεύση υγρή από δεκάδες εκατοντάδων γενιές μέσα στους πόρους αυτού του υφάσματος, πλεγμένο πυκνά αδιαχώριστα, προσφερόμενο κάθισμα, κάθισες. κάτω από το σεντόνι, πάνω- λίγη η διαφορά, τη σκόνης τους τη μάζεψες, έτσι συνέβη σε κάθε αρχή. τα σημάδια από τα πόδια σου στη σκόνη του παρκέ ήταν σχεδιασμένη ήδη. μα δεν το ξερες. και καθόσουν καθόσουν αδιάφορα, ανέμελα νωχελικά κι η σκόνη σε φαγούριζε, σε τρωγε και δεν καταλάβαινες. άνοιξες ένα παράθυρο σε κάποια στιγμή, λίγο κάτι έγινε, όμως ήσουν ακόμη μες το δωμάτιο. και το παράθυρο μοιραία έκλεισε κάποια άλλη στιγμή κι όσες ριπές φρέσκου αέρα κι αν μπήκανε χάθηκαν αργά ή γρήγορα. η πνιγερή μυρωδιά ήταν πάντα εκεί. είναι πάντα εκεί. κι οι συνηθισμένες αισθήσεις δεν επαρκούν να την αντιληφθούνε. η καρδιά τα μυρίζεται αυτά μα κοιμάται υπνωτισμένη, ράθυμη κι αυτή. βαριά πνιχτή ινέρτια – ρίζωμα παλιό, στερεό. ο χρόνος τη θρέφει, τα στερεότυπα τη θρέφουν, οι ψευδαισθήσεις τη συντηρούν. Κι αυτή εκείνες. να σηκωθείς να βγεις από το δωμάτιο / περπατώντας αρχίζει να σου μυρίζει, μορφάζεις με αηδία – πως είναι δυνατόν να το ανέπνεα όλο αυτό, όλον αυτόν τον καιρό αναρωτιέσαι. Μην αναρωτιέσαι άλλο, στην πόρτα φτάσε. Βγες από εκεί αγέρωχα, σταθερά. Βάλε το δρόμο στόχο σου και συνέχισε, συνέχισε, συνέχισε. δεν ξέρω πόσο μακριά είναι ως την πόρτα, μπορεί ο δρόμος να είναι ζωντανός και να χει βούληση να μακραίνει. εσύ συνέχισε. εσυ-συνέχεια ως την πόρτα και παραπέρα. έξω.Έξω.


foto:wordpress.tokyotimes.org

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

ο χάρτης


να απέχεις πάντα από ιεροτελεστίες, τελετουργικά, δόγματα και ¨συνήθειες¨της ψυχής και του πνεύματος.

Μόνος να βγεις στα κύματα, μόνος να τιμονεύσεις.

Οι άνθρωποι θέλουν να΄χουν κάποιους να τους λένε. Τι να κάνουν. Πως να το κάνουν και πότε. Είναι ευκολότερο έτσι.

Γι αυτό γεμίσαμε στρατούς και υπαλλήλους.



Είναι βαθιά τα νερά.

Είναι ταραγμένα.

Με χάρτη κι οδηγίες χρήσης νοιώθεις την ασφάλεια που λαχταράς, κάθε που αγριεύουνε τα κύματα - Είναι αλλουνού χάρτης όμως. Άλλος έγραψε τις οδηγίες. Και του καθενός η καθοδήγηση που ΄ναι γραμμένη μέσα του μένει ν΄ακουστεί...μα πώς;

Δίνεις       ευκαιρία στις δικές σου δυνάμεις.

Εδώ και τώρα, εμπιστεύεσαι εσένα, τον κόσμο όλο, αυτό που Είναι, αυτό που Είσαι.

Αυτό.

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

η σούπα


http://www.dezeen.com/2014/04/12/chineasy-illustrated-characters-learning-chinese-noma-bar/

νοιώθειςπωςέχειςχάσειτηζωήσου
πως άργησες πως ξέμεινες
νοιώθεις πως πέρασαν οι ευκαιρίες χάθηκαν
κι ήταν αυτές οι ευκαιρίες που
χάνονται διαπαντώς
είναι οι ευκαιρίες που τις αρπάζεις μεγαλώνοντας
από παιδί ενήλικος, διαδοχικά
ομαλά, προτού γευτείς το στιφό μεροκάματο
προτού σπάσει η αθωότητα
προτού σπάσει η ελπίδα˙
νοιώθεις πως δούλεψες πολύ, αγάπησες πολύ, έκλαψες πολύ
για να πιστεύεις πια πως υπάρχει κάτι άλλο για σένα
εκεί έξω
τα  δέντρα είναι δέντρα, η ζωή ζωή, η δουλειά δουλειά
και κοιτάς τα δέντρα ζεις δουλεύεις
τι να ελπίζεις; τι να καρτεράς;
μια ματιά να ρίξεις στις πολυκατοικίες φτάνει
μια ματιά στους άλλους
στα δικά τους μάτια, στη δική τους τη ματιά...
μια γιγαντιαία σούπα προσδοκιών η ανθρωπότητα και σιγοβράζουμε στο ζουμί μας
άψητοι κι ανάλατοι
ωμοί
περιμένοντας
καρτερώντας
κάτι να συμβεί, κάποιος να σωθεί, να δείξει το δρόμο
και μετά μπλουμ κι αυτός μες στη σούπα
δε θέλουμε τελικά να σωθούμε, είναι ζεστά εδωμέσα
είναι γνωστά, χειροπιαστά
τι μας λέει αυτός ότι βρήκε εκεί έξω;
να σωθούμε; από τι;
η σούπα ποτέ δεν τελειώνει, ποτέ δε θα τελειώσει
θα μαστε παρέα, όλοι μαζί, χαρείτε
έτσι πρέπει να ναι σου λέω!

κι είσαι έξω, μόνος, κρυώνεις και καίγεσαι από τις πιτσιλιές των άλλων
της σούπας που δραπέτευσες πηδώντας
χτυπώντας στα χάλκινα σαν τρελός, γκρεμοτσακίστηκες να λευτερωθείς
και τώρα μόνος,
μόνος, μόνος, μόνος, μόνος, μόνος, μόνος
όσες φορές κι αν γραφτεί
όσες κι αν ειπωθεί, δε γίνονται πολλοί
πάλι μόνος νοιώθεις
κι είν η ελευθερία η φωτιά κι η μοναξιά σου τα ξυλαράκια της
και λες
δεθατηναφήσωνασβήσει, δενμπορώ
προτιμώνακαώ
προτιμώ να καώ


Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

χειμώνας


https://bensonkua.wordpress.com


  μέσα απ΄το παράθυρο
άσπρο θαμπό γκριζωπό με γαλάζιο του χειμώνα
ανάμεσα από κλαδιά ξερά, γυμνά
απλοποιημένα
γδύνεται η φύση τα στολίδια της
γδύνεται να τη δεις – να την συναισθανθείς
κρύο το κλαδί, το καταλαβαίνεις
αυτό σου ψιθυρίζει στ΄αυτί με το παγωμένο βοριά
την ερημιά, τη μοναξιά, κοίτα καλά
είναι κι αυτά
εργαλεία, σπαθιά
κοίτα λίγο πιο καλά...
με γκρίζο χρώμα ντυμένα και τα πουλιά
τ άλλα τα εξωτικά έχουν πετάξει μακριά
με ποιούς είσαι τώρα; ποιός είσαι τώρα;
σκέφτεσαι την πτήση;
χρώματα ζεστά; φύλλα στα κλαδιά;
κοιτάς καλά...;
η θάλασσα άγρια, αλλιώτικα μιλά
δεν μπαίνεις, δε βουτάς, δεν ταξιδεύεις
δες τα κύματα
κατάλαβε καλά.
κάθε της στριφογύρισμα
σε φέρνει πιο κοντά...
αν δεν πνιγείς
συνέχισε, προχώρησε 
λίγο πιο χαμηλά
εκεί που φύτρωναν φυτά
χιόνι τριζοβολά
λάσπη, πέτρες, υγρό και κρύο χώμα
κατάλαβες ή ακόμα;
δεν ακούς, το ποτάμι σταματά
πάγωσε στο ρέμα του κι αυτό ΄σένα κοιτά
δε σιγομουρμουρά, κάνει άλλη δουλειά
ολόκληρο σου δείχνει
την αρχή και το μετά
θα λιώσει και θα αρχίσει να κυλά και να μιλά
ξανά
πάλι θα σε ρωτήσει,
κατάλαβες τίποτα;

έβαλα μια μάινα
στο παράθυρο, σιμά
και κάθε πρωινό κράζει μου σοφά:
¨όλα ρευστά, όλα ρευστά
όλα παροδικά¨

χαμογελώντας κατάλαβα και το χειμώνα πιά...