Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

-κλειστόν λόγω φόβου- ή οι ευαίσθητοι


ή το νόημα του να στέκεις αλλά χωρίς κεφάλι

για να μην είμαι ζητιάνος για την αξία μου, ζητιάνος αγάπης, ναι,
απομονώνομαι για να προστατεύομαι (-δηλαδή από εκεί που με μπλέκω εγώ) 
διότι ακόμη δεν έχω κατορθώσει να αναγνωρίσω και να εμπεριέχω την αξία μου 
από μόνη μου…, χρειάζομαι και τον άλλον. να τον προσελκύσω, να τον κυνηγήσω να… με αναγνωρίσει!
      καθώς λοιπόν η ανασφάλεια μου αυτή με έφερνε ξανά και ξανά στα πρόθυρα της ίδιας επαναλαμβανόμενης επαιτείας με τα γνωστά κι αδιόρθωτα αποτελέσματα,
      καθώς καταρρακωνόμουν ακόμη πιο πολύ τρέχοντας πίσω τους ζητιανεύοντας αξία, αγάπη, υπόσταση, αλλεπάλληλοι πάλι τραυματισμοί, ναι,
απομακρύνθηκα από τον άλλον, σαν για να βρω σαν για να ακούσω σαν για να δω
την αξία και την αγάπη που ήδη έχω. μόνη μου, ναι
νόμιζα τουλάχιστον ότι αυτό κάνω
επέλεξα από τα δύο κακά το μικρότερο, αυτό που πονάει λιγότερο, ναι,
να το παίζω παλληκάρι άφοβο κι η καρδούλα μου να τρέμει, μα δίχως να κινδυνεύει προσωρινά,
ο καλύτερος μου ρόλος
αυτό το κρυστάλλινο παλάτι με ένα φτέρνισμα γκρεμίζεται, ναι,
 μα είμαι μόνη μέσα εδώ, δε θα φτερνιστεί κανείς ούτε εγώ θα φτερνιστώ. κρατιέμαι.
βγαίνω στο μπαλκόνι, τριγύρω ερημιές, κανείς κι απόψε περιπλανώμενος να φιλοξενηθεί
-εναποθέτοντας στην τύχη να πράξει αυτό που λαχταρώ κι αποφεύγω-
κλείνω τις πύλες του διάφανου πύργου και κοιμάμαι ανήσυχη, ένα ένα τα δωμάτια φανερώνουν την κατεργαριά τους, ναι
       το μικρότερο κακό της αυτό-εξορίας, μου πέφτει λίγο
το να είσαι λίγο δειλός είναι εξίσου με το πολύ/ το να το ξέρεις, καταντάει ασήκωτο
τα πρώτα κρακ κρακ ακούγονται πίσω από τις κλειστές κρυστάλλινες πόρτες, 
το παλάτι
καταρρέει, ναι
ο φόβος με το φόβο δε γιατρεύεται, πέφτουν τα προσωπεία που κάλυπταν άλλα προσωπεία


γκρεμίζεται το κρυστάλλινο παλάτι, να γυρέψεις άστεγος την ελπίδα στον ορίζοντα/ακούγεται σα φωνή
μεγάλο ψέμα το «μικρότερο κακό»   όποιος το πιστεύει χτίζει στην εσχατιά…