Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

μεγαλών-ω

σαν τον κορμό της ελιάς με στρουφίζεις θεέ μου
μοιάζω ακίνητος μα δεν είμαι  .
μεγαλώνω μυστικά , σιγά, αργά μα μεγαλώνω
τρίζω αθόρυβα καθώς παίρνω πλάτος, παίρνω ύψος, απλώνω να σε φτάσω θεέ μου
γεννιέμαι ώρα την ώρα στιγμή τη στιγμή με κάθε ανάσα .
ο σκληρός μου κορμός ανασάνει σιγανά και σε αφουγκράζεται, είμαι παιδί σου , και απλώνω να γίνω γεννήτορας, να κάνω τα δικά μου σπλάχνα έργο μου , τα παιδιά μου κλαδιά -καρποί λουλούδια .

άλλοτε βαριά άλλοτε σα σύννεφα φτιάχνω τις ώρες της ζωής που μου κέρασες , 
και γω πήρα .
τη ζωή αυτήν την επέλεξα, έτσι ακριβώς όπως θα ’ρχεται, παλμό τον παλμό που χτυπάει απ’ τη ρίζα μου- τη γη και τρέχει στα κλαδιά μου, τα δένει, τα βαραίνει με στοργή .

πιάσε τον κορμό μου θεέ μου , τον έκανα δυνατό, τον σμίλεψα γερό για τον αέρα που φυσάς επάνω μου .
 Ξέρω , δε σπάει έχει την ανάσα σου θεμέλιο του , κι ας λυγίζει, έχει κλαδιά έκανε καρπούς , άνθισε κι αυτό μονάχα θέλησε . 


μια πανάρχαια ελιά με έκανες, μικροσκοπικοί οι καρποί μου και πολύτιμοι μαζί, με ένα φύσημα πέφτουν χάμω και χάνονται, με μια κίνηση αγάπης θα δέσουν χρυσάφι .

τι θα με κάνω θεέ μου εσύ το όρισες να το αποφασίζω, να χάνομαι ή να γίνομαι/
κι ο κορμός θέριεψε να παίρνει ξανά και ξανά την απόφαση…

άπλωσα και ψήλωσα, μεγάλωσα να σε φτάσω, να καρπίζω πάλι και πάλι, αέναα σε ένα χρόνο που δε με συμπονά και δε με υπολογίζει, σε ένα χρόνο ακατάλυτο, δικό σου
με μια αγάπη ακατάλυτη, δικιά σου
φτάνω
γίνομαι
αυτό που όρισες να αποφασίζω να γίνομαι
ως να σε φτάσω, ως να λυτρωθώ
από αυτόν τον κορμό, το θεριό, αυτό το θεμέλιο, το γήινο βάρος, τη ρίζα
κι ότι έχτισα να το χαρίσω στον επόμενο, να το νοιώσω να διαλύεται
ελαφριά
μες σ’ ένα άνθος
μες σ’ ένα σπόρο
για τον επόμενο κορμό
τον επόμενο οδοιπόρο .



Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017

ο στίχος δε μιλά


δεν είναι οι λέξεις ή οι φράσεις
δεν είναι καν οι εικόνες που φτιάχνεις στο μυαλό σου καθώς ακούς τις λέξεις
και διαβάζεις τις φράσεις

το νοιώθει ο καθένας, σε κάποια στιγμή όλοι το νοιώσαμε
κι αυτό αναζητούμε γυρεύοντας να το ξανανιώσουμε

το απαλό γρατζούνισμα του στίχου
που γδέρνει επιμελώς την καστρόπορτα της καρδιάς μας
χτυπάει επίμονα, είναι απέξω και δε φεύγει
εκτός και του ανοίξουμε,             οικειοθελώς
είναι το τακ τακ τακ όλο το βράδυ στον επτασφράγιστο μας θώρακα
που κωφεύει και δεν ανοίγει, μα θα ανοίξει
όλοι ανοίγουν σε κάποιο σημείο
και τότε ο στίχος μπαίνει μέσα
για να γίνει ο κύριος του κάστρου μας

η ποίηση γεννά στίχους κι αυτοί τρυπώνουν στα απόρθητα μας
και δεν είναι ούτε οι λέξεις ούτε οι φράσεις τους που άνοιξαν τις πύλες
ούτε καν οι εικόνες που κουβαλούν κι εναποθέτουν εμπρός μας
κάτω ακριβώς απ’ τα τείχη μας
οι φρουροί δεν κοιτούν, το κάστρο δεν κοιτά, δεν ανοίγει ακόμα

βλέπει μόνο έναν ύποπτο δούρειο ίππο
 ο στίχος μένει απέξω ακόμη
και περιμένει να μπει

μπαίνει πότε; σαν τον κοιτάξεις κατάματα
του χαρίσεις μάτια και αυτιά και παρουσία
του χαρίσεις χρόνο να έρθει, τόπο να απλωθεί, να πραγματωθεί
τότε μπαίνει ο στίχος, τότε σε αναμετρά η ποίηση
τι οικοδεσπότης είσαι
και μόνο με τα συναισθήματα 
αντί γλυκό και φαγητό, ύπνο και περιποιήσεις
εσύ του χαρίσεις
την πιο κρυφή σου κάμαρα
κι εκεί τον καλέσεις να μπει, να μείνει, να απλωθεί, να γνωρίσει
τότε κέρδισες από το πέρασμα του επισκέπτη αυτού
κι από τη διαμονή του
μες τις κρυφές σου κάμαρες
και πίσω από τα τείχη

μόνο με τα συναισθήματα
μαζί θησαυροφυλάκιο και κλειδί - βρίσκεις -
το κάστρο 
που ακόμα δε γνώρισες. 

Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017

ένα κάποιο βάρος

ήθελα έναν παράδεισο
έναν κήπο θαυμάτων
ένα κατόρθωμα απίθανο

ήθελα τζίνια κι ευχές και μεγαλοπιάσματα
ήθελα άνεση
ήθελα ευκολία

ανυπομονώντας για αίσιες εκβάσεις
προσδοκώντας το σχεδιασμένο
ελέγχοντας
ήθελα
ένα απόλυτα ασφαλές σύμπαν

τραγούδια και χοροί και γλέντια
είχαν λιγότερη σημασία
από την επίτευξη

έμπαινε η χαρά στο ζύγι λειψή
συμπλήρωνα χρέος κι υποταγή
και συμπληρωνόταν
το βάρος.

ο καθένας βρίσκει το δικό του τρόπο να διανύσει αυτή τη ζωή
εγώ ήθελα το χάρτη
και τις απαντήσεις σημειωμένες από πίσω
κυρίως το .χ. του τελικού προορισμού

α! ήθελα και το παραμύθι
-όλο-
όπως μας το μάθαν από μικρά
με το απόλυτο πιάσιμο της μοίρας
που αφήνει κανένα περιθώριο λάθους
και διορθώνει κι όσα έγιναν
για να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα
ναι, αυτό ειδικά το ήθελα

όλα αυτά τα ήθελε ο κόκκος της άμμου

ο στροβιλιζόμενος στην αμμουδιά- μαζί με τρισεκατομμύρια άλλους- του Εσύ Είσαι Αυτό

αγνοώντας την περιδίνηση του, πηγαίνοντας ενάντια - πληγωμένος, αποξενωμένος, μόνος

αυτός ήταν ένας κόκκος άμμου με λαχτάρα να γνωρίσει το λατρευτό ανεμοστρόβιλο που τον ανυψώνει

τότε ακόμα ήθελε
τώρα απλά πετά!




Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

λουλούδι


φοράω πρόσωπα διανύω ζωές
ντύνομαι σώματα και σχήματα, αλλάζω

μες τη σιωπή ακούω αυτά που θέλω να ακούσω και καρδιοχτυπώ

το δέρμα σφραγίζει τον παλμό, η ανάσα την αναστάτωση
κάθε που ακροπατώ μεταξύ ήχων και της απουσίας των

μυρίζει το χώμα στις πρώτες ψιχάλες, δε θέλει βροχή για να μοσχοβολήσει,
μόνο ψιχάλες 
αφαιρώ από τη μέρα τους ήχους και τις λέξεις, τα ανθρώπινα
μένουν τα πουλιά κι ο αέρας, μένει η θάλασσα, μένει η βροχή, ζώα

κρατάω τους ήχους αυτούς, ενσωματώνομαι
καθώς σπάζει με κρότο ένα γερό κλαδί ακούω το κλάμα, ακούω την κραυγή

φτήνυναν τα λόγια και τα κλάματα τα ανθρώπινα, κατάντησαν
παντού μια ισοπέδωση, λίγο δράμα, πολύ δράμα, το ίδιο
νεύρα και θυμός,
που πήγαν τα υπόλοιπα συναισθήματα…;

πιέζω εδώ και πονάς αλλού, κλαις ενώ βαδίζεις μπροστά και χαμογελάς στις στάσεις,
έτσι έπρεπε να ‘ναι;

κάποτε σου πιασα το χέρι, το θυμάσαι; με κοίταξες με τρόμο για τα επόμενα βήματα που θα ‘ρχονταν
μα
το κράτημα του χεριού δεν το μέτρησες.

έτσι γίνεται πάντα
κοιτάς το λουλούδι
λαχταράς το λουλούδι
σα κόψεις το λουλούδι
το χεις ήδη ξεχάσει.







 photo: x ray flowers by Dain Tasker