Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

βίτα μπρέβις, άρς λόνγκα



πάει καιρός από τότε που μπάλωσα όπως όπως τις τρύπες που χάσκανε και ξαμολήθηκα.
δεν περίμενα άλλο˙ αυτό είχε αποφασιστεί.
χρόνια στο ακόνισμα. θα στόμωνε στο τέλος. γίνεται κι αυτό.
άντε να το προλάβεις τη σωστή ώρα, προτού πάρεις συνήθειο μόνο να ακονίζεις και ξεχάσεις να κόβεις.
ακονίζομαι να μαι κοφτερή. το πότε θα κόψω είναι σκέτη τέχνη. μακριά πολύ που λέει κι ο Ιπποκράτης. κι ο βίος σύντομος.
μεμέντο μόρι να γράψω πάνω στο σκάφος, και να το ονομάσω Χαρά, να θυμάμαι.
και το θάνατο και τη χαρά.
γιατί και τα δύο θέλουν να τα θυμάσαι.
ακονόπετρες σωστές.
για κάθε σκοτάδι που αναδύεται μια χαρά αντιδυναμεί, μην το ξεχνάς αυτό ποτέ.
μα και για κάθε γέννηση ένας θάνατος.
αυτό υπογραμμισμένο.
τώρα τι κάνεις στο ενδιάμεσο, είναι τέχνη μα
κατάντησε.
τέχνη να ισορροπείς συνεχώς το σκοτάδι με το φως
τέχνη να στερείσαι χαμογελώντας, να αντέχεις ελπίζοντας, να χάνεις κερδισμένος, να κερδίζεις αφημένος...
πρωτάκια στο σχολείο της ζωής μαθαίνουμε λάθος αλφαβήτα για να μη μιλήσουμε ποτέ σωστά τη γλώσσα αυτού του κόσμου
που μας θέλει μαχητές
ελπιδοφόρους
συμπονετικούς
σε ειρήνη.
αναλφάβητοι τραυλίζουμε ακαταλαβίστικες κραυγές, προς όλους κι όλα
και περιμένουμε το απολυτήριο διακαώς
μαθητεύοντας μονίμως μεταξεταστέοι
και να περνάμε στο τσακ
με την ψυχή στο στόμα
για να αποφοιτήσουμε χειρότερα αγράμματοι
της λούφας και της λαμογιάς
-πως να τη σκαντζάρουμε ευκόλως και παρτακικώς-
να τα διαπιστευτήρια μας.
γλυστρώντας και ξεγλυστρώντας ανάμεσα 
κάπου εκεί γλυστράει και χάνεται κι η ανθρωπιά
και το αποτέλεσμα το ίδιο,
λες και θα ξεγελάσουμε κανέναν...
έτσι κι αλλιώς το απολυτήριο το παίρνεις
θες δε θες.
πάρ΄ τη γενναία στροφή
και δε θα γράφει πάνω ¨άλλος ένας¨
μα ¨αυτός ο ίδιος¨.


Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

και δίνει τη Ζωή.



μοιρολογήστε την ακηδία μας γυναίκες, θρηνείστε
για όσες ψυχές χαθούν, για όσες χαθήκαν
κλάφτε τα άψυχα κορμιά που παραδοθήκαν
κι αμαχητί πορεύτηκαν έως τη δύση.
κλάφτε δυνατά να ακούσουν όσοι απομένουν
να σειστεί το είναι, να ξεκαλουπώσει
να ψάξει, να αναρωτηθεί
στο δρόμο να κοπιάσει, το μακρύ
και θα βρει να πιάσει χέρι, πείτε τους
μοιρολογήσετε τους χαμένους, μα κλάφτε και τούτους εδώ τους νεκροζώντανους
που πλάνη τους πλανεύει και τους περιπλανά
κι είναι πέρα μακριά από το δρόμο
μα περιφέρονται ακατάπαυστα.
κλάφτε τους ζωντανούς κι ας είναι οι θρήνοι σας το κάλεσμα
-ανάποδα το δρόμο να πάρουνε από που οδηγεί στα Μαύρα-
ανάποδα να πορίσουνε
και κάθε κλάμα, κάθε θρήνος να ΄ναι τραγούδι καλεστικό
και για τον όμορφο τόπο να τραγουδά
τις χάρες, τα πλούτη, γαλήνη ποθητή
αυτά να υμνεί.
το θρήνος σας μόνο θρήνος να μην είναι
χορός να στήνεται μεγαλοπρεπός απού ακούγεται
κι οι χαμένοι να σκιρτούν
αναριγώντας σύγκορμοι, ξέροντας.
θρηνήστε γυναίκες και τραγουδήστε δυνατά
κι άλλες ψυχές να σωθούν κι άλλες να ακολουθήσουν
και με τον πόνο της καρδιάς σας στολίστε τη φωνή
να σέρνει τον καημό, αναστεναγμό
που χουν κι οι άλλοι
οι πονεμένοι
που χετε και σεις
και ξέρετε Γιατί.
Δυνατά μοιρολογήστε γυναίκες και δυνατά να ΄ρθουν οι χαμένοι από παντού
και στο τραγούδι νάμπουν
στο δρόμο να ταχθούν
στο σωσμό
κι ας είναι οι νεκροί μόνο νεκροί
κι όχι άλλο ζωντανοί
και να ναι το θρήνος σας ένα κάλεσμα, μια αρχή
κι ένα τέλος, λυτρωμή
να νέονται από παντού οι όπου γης χαμένοι
να ΄ρθουν
γιατί δεν είναι μοιρολόι, δεν είναι θρήνος γυναίκες αυτό που θε να ακούν
μα καρδιοχτύπι
και δίνει τη Ζωή
και δίνει τη Ζωή.