Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

χα λάλι μαύρο

όλα λάθος, σκέφτηκε…
η ώρα, η μέρα βουίζουν χαοτικά
      ανεμοσκόρπισαν
τις σκέψεις κλαδεύοντας μαζί και τους καρπούς τους γινωμένους
πείνασε η λαχτάρα και τρώει τις σάρκες τις
σα ρήμαξε το δεντρί της ανθρωπιάς

ακούγεται μια μηχανή να δουλεύει,
εργάζεται το σκοτάδι καταπάνω σου
      τ’ ακούς;
τρώει θλίψη κι ορθώνει ανάστημα, δόντια νύχια έτοιμα
κύλα προς τα δω και θα σ’ αρπάξω
     ένοχο ον
τι; δεν νοιώθεις ένοχο;
με διώχνεις

εγώ έχω ανάγκες, απτές απλές ανθρωπένιες
να κατασπαράξω, να ξεσκίσω, να γκρεμίσω
και πάνω πάνω να κρεμάσω το «εσύ φταις»
για να κοιμάμαι ήσυχος βρε αδερφέ
     καταλαβαίνεις!
λίγο- λίγο ενοχή χάρισε μου 
να τραφεί κι αυτό το έρμο το σκοτάδι μου
η ανοιχτή χοάνη του εγωισμούλη μου, καταπιόνα κανονική
ρίξε κι εσύ κάτι μέσα
μα,
      δε μ’ αγαπάς;




Κυριακή 19 Μαρτίου 2017

έλα μακριά

έλα να με βρεις
φεύγω προς τα πίσω, χάνομαι
η σκέψη είν’ εχθρός με ποδοπατεί
ή μ’ ανασταίνει
– και τα δυο ενάντια είναι σαν προχωράς

έλα να με βρεις, σώσε με
χρειάζομαι αγάπη χρειάζομαι δάκρυα υγρά ζεστά χρειάζομαι αλήθεια
την αλήθεια που γέννησε ο πόνος σου σαν έφυγα

έλα να με βρεις είμαι εδώ
εδώ που ήμουν πάντα και δεν ήρθες ποτέ
-έλα τώρα!
έλα σούρνωντας έλα μπουσουλώντας έλα έρποντας
άλλα έλα!
καθηλωμένη στην ίδια θέση περιμένοντας αλλοιώθηκα
και πνίγηκα μπροστά μου

έλα να με βρεις, κούνα με
ακινητοποιήθηκα να σε προσμένω ξέχασα να προχωρώ
πάγωσα στο αύριο που λαχταρούσα να ‘ρθεί – μα δεν ήρθε τότε
και συ μου λες, περίμενε κι άλλο , «ανέχου κι απέχου»
μα δε βαστώ.

έλα να με βρεις, πάγωσα
και για να ζεσταθώ κουνιέμαι κι η κίνηση με σπρώχνει κι η σπρωξιά με διώχνει
μακριά από σένα
με ακούς από κει…;

έλα,         είμαι εδώ
τώρα
ξέχασε τα όλα, βαφτισμένα ψεύτικα
ψέματα πιστευμένα
ποτέ δεν υπήρξε αρχή ποτέ τέλος
κι εμείς δε γίναμε εραστές ποτέ
τα αίματα μας ενωθήκαν κι αγκαλιαστήκαν σα φίδια ζευγαρώνοντας
και δαγκωθήκαν στην πάλη την αιματινή

έλα,       άκου
δε θα ‘μαι για πολύ εδώ, άκου με, θέλω να σου πω

η αντίστροφη πορεία της πραγματικότητας ανέστρεψε τη ροή της προσδοκίας και γύρισε και μας δάγκωσε. η ίδια η –απουσία-επιθυμίας αντικατέστησε την επιθυμία και ο πόθος- άμαθος!-ξεστράτισε για τα καλά. πλέον το κακό είχε γίνει. έκπτωτος εσύ, αδέσποτη εγώ. φυσώντας να σβήσει η φωτιά με κρύωνες. και τόπους τόπους οι εστίες πολλές. και τα ανοιχτά παράθυρα απ’ όπου φυσούσε. 
άστο σου είπα κάπου εκεί. φεύγω κι έλα να με βρεις. αν θες.

για αυτό σου λέω, έλα
ξαναφόρεσε τα αστραφτερά φτερά σου
να σε δω ξανά να πετάς
κι ας βλέπω μόνο την πλάτη σου
 φεύγοντας

έλα,      πέταξε ψηλά
κι από μένα μακριά, πιο μακριά, πιο μακριά