το άνθρωπο-τέρας, αγαπά δίχως να συγχωρεί
διασκεδάζει δίχως να χαίρεται
κοινωνεί δίχως σώμα αλλότριο
και του αρέσει
το άνθρωπο-τέρας αυτοδικαιώνει τις πράξεις του πάντα
ως να πεθάνει ευτυχισμένο
-έχει μάθει τα πρώτα του βήματα
στις λεωφόρους που οδηγούν εγωικά προς δικήν του δόξαν.
αυτό το πλάσμα, το άνθρωπο-τέρας
κατασπαράζει τον ίδιο του τον εαυτό- έτσι τρέφεται.
η θυσία είναι δική του,
μα δεν το γνωρίζει.
κάθε μέρα απαιτεί την τροφή του, ζητά την προσφορά και
κάθε μέρα
τρώει τις σάρκες τις δικές του.
αγριεύει και βροντοφωνάζει, σείει τα τείχη, ως για να τα
κλείσει πιο σφιχτά
-κανείς να μην το δει να κατατρώγεται.
βαθιά στο σκοτάδι ζει
το άνθρωπο-τέρας, μα
ούτε αυτό το ξέρει.
και στολίζεται πάνω του το ψέμα, γυαλίζεται να
εντυπωσιάσει
έστω κι αμυδρά εσχάτως τα όποια ψήγματα θιγμένου
εγωισμού.
πρέπει να κοιμηθεί ησυχασμένο το τέρας. το βράδυ να έχει
θάψει και
τα κάρβουνα της θυσίας και τα κομμάτια της σάρκας του.
γιατί το τέρας έχει ΠΑΝΤΑ δίκιο.
και κανείς δεν αγαπά το τέρας περισσότερο από το ίδιο.
Δεν πιστεύει
πως υπάρχει άλλος κανείς να το αγαπά
και στο κάτω κάτω
τι είν’ η αγάπη δε θέλει να γνωρίζει. του αρκεί η
αυτοδικαίωση
έτσι ζει το τέρας και ξέρει
-να κοιτάει δίχως να ακούει και να μιλάει δίχως να
νοιώθει
και
-να προσπαθεί δίχως πίστη και να χάνει δίχως όφελος.
μοναχικό, αγριεμένο, πλανεμένο τόσο γνώριμο άνθρωπο-τέρας
να σου πω κάτι;
δαγκώνεις γιατί φοβάσαι, …όμως
δεν κινδυνεύεις από κανέναν.
δεν υπάρχουν τέρατα εκεί έξω.
μόνο μέσα.