Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

ω.





αν με κόψεις κάθετα σαν το κούτσουρο δεν έχω γραμμές να καταλάβεις πόσο χρονώ είμαι
θα βρείς σελίδες και σελίδες και βιβλία
στοιβαγμένα παχτωμένα
το να δίπλα στ άλλο να με θρέφουν με το μελάνι τους
κι έχω κρυφό μυστικό μου όπλο
το αίμα της σουπιάς αίμα μου
τόμοι, επιφυλλίδες, δοκίμια, περιοδικά
αφήσαν το σημάδι τους
και το χω γω κρυφό

πριόνισε με ξυλοκόπε
από ξύλο είμαι
εύκαμπτο χάρτινο λεπτό
μια βελανιδιά στητή
όλη από χαρτί
και στίγματα
μαύρα
τα φύλλα μου
φορές φορές τα ρίχνω
δε με προστατεύουν από το ψύχος έτσι κι αλλιώς
απ΄τις ρίζες γίνηκε η δουλειά
καιρό τώρα
και δεν μπορώ να ζεσταθώ με τίποτα
καλοσύνη σας που προσπαθείτε˙
το ίδιο στεγνό, στητό, μαύρο και λευκό
παραμένω
μές τις εποχές
ρίχνω τη σκιά μου
έχω φώς
-δύο ωμέγα ανάμεσα σε τέσσερα γράμματα όλα όλα, θησαυρός –
και σκύβω να το δω
σαν ξεκλειδώνονται νότες, λέξεις, σύννεφα, πουλιά,
όποιος περάσει
το στητό χάρτινο κορμί μου ακούει...
αναμεταξύ γης και ουρανό
υπάρχω εγώ
με έφερε ο άνεμος
δεν είμαι από δω...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου